αντιμέτωπος

αντιμέτωπος
[андимэтопос] εκ.

Λεξικό Ελληνικά-ρωσική νέα (Греческо-русский новый словарь). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "αντιμέτωπος" в других словарях:

  • ἀντιμέτωπος — front to front masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αντιμέτωπος — η, ο (Α ἀντιμέτωπος, ον) 1. αυτός που βρίσκεται πρόσωπο με πρόσωπο με κάποιον 2. αντίπαλος …   Dictionary of Greek

  • αντιμέτωπος — η, ο αυτός που αναμετριέται με κάποιον πρόσωπο με πρόσωπο: Απόσυρε την υποψηφιότητά του, γιατί δεν ήθελε να βρεθεί αντιμέτωπος με το φίλο του …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀντιμετώπως — ἀντιμέτωπος front to front adverbial ἀντιμέτωπος front to front masc/fem acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντιμέτωπον — ἀντιμέτωπος front to front masc/fem acc sg ἀντιμέτωπος front to front neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντιμετώποις — ἀντιμέτωπος front to front masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντιμετώπου — ἀντιμέτωπος front to front masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντιμετώπους — ἀντιμέτωπος front to front masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντιμετώπων — ἀντιμέτωπος front to front masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντιμέτωπα — ἀντιμέτωπος front to front neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντιμέτωποι — ἀντιμέτωπος front to front masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»